Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες οι πράσινες - εναλλακτικές μέθοδοι παραγωγής ενέργειας αναπτύχθηκαν σημαντικά σε Ευρώπη και Αμερική. Τα αιολικά πάρκα αποτέλεσαν την αιχμή του δόρατος της «πράσινης» ενέργειας και οι σκανδιναβικές χώρες πρωτοστάτησαν στην ανάπτυξη της ανάλογης τεχνολογίας και τεχνογνωσίας και την εγκατάσταση ΑΙΟΠΑ σε μεγάλη κλίμακα. Στην χώρα μας η στροφή προς την αιολική ενέργεια έγινε τα τελευταία 5-10 χρόνια από ιδιωτικές εταιρείες. Ειδικά μετά την εμφάνιση του φαινομένου του θερμοκηπίου και την ραγδαία επιδείνωση της κλιματικής αλλαγής, η κοινοτική οδηγία 2001/77 δεσμεύει τα κράτη μέλη της ευρωπαϊκής ένωσης να πετύχουν τον πολυπόθητο στόχο της παραγωγής του 20% της συνολικής τους ενέργειας από εναλλακτικές πηγές μέχρι το 2010.
Αυτό που δειλά εκδηλώθηκε από την πρώτη δεκαετία ανάπτυξης αιολικών πάρκων ήταν οι ενδεχόμενες επιπτώσεις των ανεμογεννητριών στην ορνιθοπανίδα. Στις χώρες της βόρειας Ευρώπης τα υπεράκτια αιολικά πάρκα (offshore) αποτέλεσαν σημαντική πηγή θνησιμότητας για υδρόβια είδη ενώ τα χερσαία πάρκα σε μεσογειακές χώρες και στις ΗΠΑ κυρίως για αρπακτικά. Ενδεικτικά το «φημισμένο» αιολικό πάρκο του Altamont στην Καλιφόρνια ευθύνεται για 40.000-100.000 θανάτους Χρυσαετών την περίοδο 1987-2007 ενώ τα πάρκα της Ισπανίας για τον θάνατο 6.500 πουλιών και 650 νυχτερίδων ετησίως.
Στην Ελλάδα οι μοναδικές μελέτες παρακολούθησης των επιπτώσεων αιολικών πάρκων έχουν πραγματοποιηθεί στην Δαδιά του νομού Έβρου και την Κρήτη. Ειδικά στην δεύτερη περίπτωση όπου θα αναφερθούμε (αν και η μελέτη βρίσκεται στο στάδιο της επεξεργασίας των δεδομένων) ορισμένα αποτελέσματα είναι ήδη διαθέσιμα. Συγκεκριμένα σε ένα αιολικό πάρκο 17 ανεμογεννητριών χωροθετημένο στις παρυφές στο νοτιοανατολικού Ψηλορείτη στο νομό Ηρακλείου μελετήθηκε η συμπεριφορά των πουλιών κατά την φάση λειτουργίας του για 18 μήνες. Συνολικά έγιναν 36 ολοήμερες δειγματοληψίες (περίπου 300 ώρες εργασίας πεδίου) βάση συγκεκριμένου πρωτοκόλλου και αναζητήθηκαν νεκρά πουλιά εντός των ορίων του πάρκου (250m εκατέρωθεν των Α/Γ). Επιπλέον χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα τηλεμετρίας για να διαπιστωθεί πόσες αποικίες γυπών επηρεάζονται εν δυνάμει από την λειτουργία του πάρκου και εφαρμόστηκαν στατιστικά μοντέλα για τον προσδιορισμό των παραγόντων που καθορίζουν την πιθανότητα πρόσκρουσης των πουλιών. Τέλος εφαρμόστηκε ένα μοντέλο πρόσκρουσης που αναπτύχθηκε από το Ινστιτούτο Φυσικής Κληρονομιάς της Σκοτίας (Scottish Nature Heritage) γνωστό και ως Band model και ένα πληθυσμιακό μοντέλο που διερευνούσε τις επιπτώσεις του πάρκου στην βιωσιμότητα των αποικιών του όρνιου στην ευρύτερη περιοχή.
Τα αποτελέσματα είναι συνοπτικά τα ακόλουθα:
- Συνολικά έγιναν 592 παρατηρήσεις που αφορούσαν 21 είδη πουλιών και 2094 άτομα (φυσικά πολλά από αυτά πρόκειται για πολλαπλές μετρήσεις).
- Βρέθηκαν 3 νεκρά Όρνια, δύο την περίοδο Μαρτίου 2007 - Απριλίου 2008 και ένα τον Ιούνιο του 2008 (δηλ. 2 νεκρά άτομα ανά έτος).
- Τα σημαντικότερα είδη που καταγράφτηκαν στην περιοχή ήταν ο Γυπαετός (Gypaetus barbatus), το Όρνιο (Gyps fulvus) και ο Χρυσαετός (Aquila chrysaetos) εκ των οποίων ο Γυπαετός λόγω οικολογία και ειδικής πτητικής συμπεριφοράς (contour flyer) δεν απομακρύνθηκε ποτέ από τις ανατολικές πλαγιές του Ψηλορείτη ώστε να εκτεθεί στην αέριο όγκο επικινδυνότητας (risk volume) του αιολικού πάρκου. Αντίθετα τα άλλα δύο είδη παρατηρήθηκαν συχνά στην περιοχή του ΑΙΟΠΑ με το Όρνιο να το διασχίζει σχεδόν καθημερινά.
- Ένα ποσοστό της τάξης του 15% των όρνιων έδειξαν να αποφεύγουν ενεργητικά τις ανεμογεννήτριες από απόσταση >100m τουλάχιστον. Τα πουλιά φαίνεται να γνωρίζουν και συνηθίζουν την ύπαρξη των ανεμογεννητριών και να τις αποφεύγουν πετώντας ψηλότερα ή με πτήσεις παράλληλα στην γραμμική τους διάταξη. Ωστόσο αυτό συμβαίνει μόνο όταν κινούνται από την αποικία τους προς μακρινές περιοχές τροφοληψίας και τανάπαλιν. Αντίθετα όταν αναζητούν τροφή σε γειτνίαση ή εντός των ορίων του πάρκου περνούν ανάμεσα από τις ανεμογεννήτριες και δεν δίνουν καθόλου σημασία στις πτερωτές. Αυτό παρατηρήθηκε ειδικά όταν επιχειρούν να προσγειωθούν πάνω σε τροφή και αποτελεί την σημαντικότερη διαπίστωση της μελέτης αφού η σταθερή ύπαρξη κοπαδιών στην γύρω περιοχή αλλά και νεκρών ζώων (μερικές φορές και κάτω από τις πτερωτές) έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην θανάτωση των όρνιων.
- Όμοια με τις απευθείας παρατηρήσεις τα μοντέλα πρόβλεψης έδειξαν πως η αποφυγή των πτερωτών από τα Όρνια είχε σχέση μόνο με την κατεύθυνση της πτήσης και όχι με το ύψος των πτήσεων ή την απόσταση τους από τις ανεμογεννήτριες.
- Οι παράγοντες που επηρεάζουν την πιθανότητα πρόσκρουσης ήταν η νέφωση και η ταχύτητα/ ένταση του ανέμου. Στην πρώτη περίπτωση τα πουλιά αναγκάζονται να πετούν χαμηλότερα και αρκετές φορές να μην διακρίνουν έγκαιρα τις πτερωτές. Αντίθετα ο έντονος άνεμος είναι λιγότερο επικίνδυνος αφού τα πουλιά διασχίζουν το ΑΙΟΠΑ με μεγαλύτερη ταχύτητα και συνήθως πετούν σε μεγαλύτερο ύψος.
- Η ραδιοπαρακολούθηση έδειξε πως Όρνια από 6 αποικίες της ευρύτερης περιοχής επισκέπτονται το πάρκο, συνεπώς ο θεωρητικός αριθμός ατόμων που επηρεάζονται από την λειτουργία του ΑΙΟΠΑ είναι αρκετά μεγαλύτερος (90 άτομα) από τα 15 άτομα της πλησιέστερης αποικία. Επίσης οι επικίνδυνες χαμηλές πτήσεις των όρνιων κατά την αναχώρηση τους από την αποικία προς αναζήτηση τροφής συμβαίνει σε απόσταση 3-4 km από το βράχο της.
- Από το σύνολο των Όρνιων που χρησιμοποίησαν το ΑΙΟΠΑ δηλαδή 1154 άτομα, περίπου 900 εκτέθηκαν σε κίνδυνο πρόσκρουσης με 7 από αυτά να εκτιμάται ότι ουσιαστικά «πέρασαν» ανάμεσα από τις πτερωτές (rotor risk volume). Με βάση αυτό το νούμερο και την ταχύτητα πτήσης του είδους αλλά και τον αριθμό και των τεχνικών χαρακτηριστικών των ανεμογεννητριών, το μοντέλο BAND προέβλεψε ότι ο αριθμός των πουλιών που θα θανατώνονταν είναι 3 ανά έτος (ένα νούμερο που δεν απείχε από την πραγματικότητα).
- Το πληθυσμιακό μοντέλο που κατασκευάστηκε έδειξε πως μία θνησιμότητα 2 ατόμων ανά έτος δεν έχει επιπτώσεις στο είδος. Επίσης, άσχετα από τον αριθμό θανάτων λόγω πρόσκρουσης, σε περίπτωση αλλαγής των δημογραφικών παραμέτρων και ειδικά αυξημένης θνησιμότητα των ενηλίκων (που λόγω δηλητηριάσεων ήταν σημαντική για το είδος το 2008) το μέγεθος των αποικιών θα μειωθεί. Ωστόσο δεν γνωρίζουμε αν αυτό θα ισχύει και στο μέλλον σε περίπτωση που κατασκευαστούν και άλλα ΑΙΟΠΑ στην ευρύτερη περιοχή και επιφέρουν τον ίδιο ετήσιο αριθμό απωλειών. (Η κατάσταση θα ήταν πολύ χειρότερη σε ορεινά ΑΙΟΠΑ αν είχαμε θανάτους γυπαετών έστω και με ρυθμό ένα άτομο κάθε 2 ή 3 χρόνια).
Ορισμένες γενικές διαπιστώσεις από την μελέτη ήταν πως:
- Άσχετα από το καθεστώς προστασίας μίας περιοχής, το κάθε ΑΙΟΠΑ αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση και θα πρέπει να εξετάζεται με βάση την ορνιθοπανίδα της περιοχής. Περιοχές που δεν είναι ΖΕΠ μπορεί να παρουσιάσουν μεγαλύτερο πρόβλημα και να είναι πολύ πιο σημαντικές για τις μετακινήσεις των πουλιών.
- Πριν την εγκατάσταση του η ορνιθολογική μελέτη θα πρέπει να επικεντρώνεται στα είδη που φωλιάζουν σε μεση γειτνίαση με την περιοχή χωροθέτησης και τον τρόπο που την χρησιμοποιούν. Η απόσταση των 2.5-3 km από φωλιές ή αποικίες ως ζώνης αποκλεισμού ανεμογεννητριών επιβάλλεται.
- Μετά την εγκατάσταση του ΑΙΟΠΑ μία καλή μέθοδος μελέτης των άμεσων επιπτώσεων (θανάτων) θα ήταν οι ανιχνευτές δονήσεων (vibration detectors) ή η χρήση καμερών.
- Όσον αφορά τα μεγάλα αρπακτικά, σαφώς και αυτά αποφεύγουν τις ανεμογεννήτριες κατά τις πτήσεις τους. Ωστόσο ένα πλέγμα ΑΙΟΠΑ στην ευρύτερη περιοχή τους στερεί πτητικούς διαδρόμους άρα και ζωτικό χώρο. Mακροπρόθεσμα αυτό σημαίνει αυξημένο κόστος αναζήτησης τροφής (suboptimal foraging) και πιθανόν έκθεση σε άλλους κινδύνους (δηλητήρια, λαθροθηρία κ.λ.π.).
- Θα πρέπει να προσδιοριστεί η φέρουσα ικανότητα (carrying capacity) των ΑΙΟΠΑ (αριθμού και πυκνότητας Α/Γ) όχι μόνο με βάση το αιολικό δυναμικό μιας περιοχής αλλά και υπολογίζοντας τις αναμενόμενες επιπτώσεις στην βιοποικιλότητα. Στην περίπτωση των πουλιών, αυτό σημαίνει ότι για την έκδοση νέων αδειών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνο το διαθέσιμο-υπόλοιπο αιολικό δυναμικό της περιοχής αλλά και το μέγεθος των αθροιστικών επιπτώσεων των επιπλέον ανεμογεννητριών στην ορνιθοπανίδα.
- Οι υπεύθυνες περιβαλλοντικές οργανώσεις αλλά και οι σοβαρές εταιρείες θα πρέπει να προτείνουν και να δεχτούν αντίστοιχα ως περιβαλλοντικό όρο αδειοδότησης την εφαρμογή αντισταθμιστικών μέτρων. Ένα ποσοστό κέρδους (ανάλογα με την παραγωγικότητα των πάρκων) θα πρέπει να «επιστρέφεται» στην φύση με την μορφή διαχείρισης οικοσυστημάτων ή πληθυσμών. Για παράδειγμα στην περίπτωση των όρνιων, η λειτουργία μίας ταΐστρας όπου θα συλλέγονται όλα τα νεκρά ζώα της περιοχής θα κόστιζε ελάχιστα και θα αναπλήρωνε τις απώλειες του πληθυσμού.
Εν κατακλείδι οι επιπτώσεις των ΑΙΟΠΑ στην ορνιθοπανίδα (πέρα από την τεχνική τους διάσταση που επιχείρησα να περιγράψω παραπάνω σε μια περιοχή στην Κρήτη) αποτελεί καθαρά θέμα περιβαλλοντικής πολιτικής. Με δεδομένο ότι αυτή είναι μακράν απούσα από την χώρα μας, καθώς επίσης ότι η καθαρή-πράσινη αιολική ενεργεία υπόκεινται και αυτή στο υπάρχον ενεργειακό μοντέλο, η εν λευκώ υιοθέτηση της και η ευρεία ανάπτυξη της χρήζει πολύ μεγαλύτερης προσοχής από ότι συμβαίνει μέχρι σήμερα.
Σταύρος Μ. Ξηρουχάκης
Dr. Βιολογίας Μ.Φ.Ι. Κρήτης