Γυπαετός (Gypaetus barbatus)
Αλλη κοινή ονομασία: Κοκκαλάς
Πρόκειται για το πουλί με το μεγαλύτερο άνοιγμα φτερούγων στην Ευρώπη (270 εκ) και μήκος σώματος που κυμαίνεται μεταξύ 102-114 εκ. Στα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά του ενήλικου περιλαμβάνονται το υπόλευκο κεφάλι και στήθος, οι τετράγωνες φτερούγες, η μαύρη πλάτη, η μακριά ουρά, το μακρύ μαύρο γένι και η άσπρο-κίτρινη ίριδα του ματιού που φέρει ένα κατακόκκινο δαχτυλίδι γύρω της. Το κεφάλι και το στήθος στις περισσότερες περιπτώσεις φαίνεται πορτοκαλί γιατί το είδος αυτό έχει τη συνήθεια να βάφει τα φτερά του κάνοντας λασπόλουτρο σε κοκκινόχωμα.
Κατά την πτήση, τα δύο σημαντικότερα χαρακτηριστικά του είναι η μακριά ουρά με ρομβοειδές σχήμα και οι μακριές, μυτερές φτερούγες, που είναι συνήθως ελαφρά κυρτωμένες προς τα κάτω και τον διακρίνουν από άλλα μεγάλα αρπακτικά όπως το Όρνιο και ο Χρυσαετός. Το ανώριμο ξεχωρίζει από το μαύρο χρώμα του κεφαλιού του, το υπόλευκο στήθος, τις πλατύτερες φτερούγες, τη μαύρη πλάτη, την κοντύτερη ουρά, το μικρότερο μαύρο γένι και τέλος την καφέ ίριδα στο μάτι. Το συνολικό σχήμα του Γυπαετού θυμίζει σταυρό. Πολλές φορές πετά χαμηλά στα βράχια, ακολουθώντας το ανάγλυφο του εδάφους, οπότε μπορεί να εντοπισθεί πρώτα η σκιά του και μετά το ίδιο το πουλί.
Η φωνή του είναι ένα χαρακτηριστικό σφύριγμα (μόνο όταν τα πουλιά πετάνε σε ζευγάρια) το οποίο όμως σπάνια το ακούμε.
Ο κύριος βιότοπος του Γυπαετού είναι οι ανοιχτές εκτάσεις με αραιή βλάστηση, μεσαίου έως μεγάλου υψομέτρου (600 έως 3500 μ), όπου κατά κύριο λόγο αναζητά την τροφή του. Ο Γυπαετός παρατηρείται να πετά μόνος ή σε ζευγάρια αν και σε περιοχές όπου η πυκνότητα τους είναι μεγάλη όπως στα υψίπεδα του Λεσότο (Ν. Αφρική), της Αιθιοπίας και των Ιμαλαΐων συναντώνται και μικρές ομάδες Γυπαετών να τρέφονται στα σκουπίδια ακόμη και στα περίχωρα των χωριών. Η δίαιτά του αποτελείται κατά 70-90 τοις εκατό από κόκαλα κτηνοτροφικών ζώων κυρίως αιγοπροβάτων η μικρών άγριων οπληφόρων όπως αγριόγιδα και αγριοπρόβατα σε φυσικά ορεινά οικοσυστήματα. Τρέφεται όμως και με τρωκτικά και μεταναστευτικά πουλιά που βρίσκει νεκρά στο χιόνι.
Ο Γυπαετός είναι είδος προτεραιότητας για την Ευρωπαϊκή Ένωση και προστατεύεται από την Κοινοτική Οδηγία για τη Διατήρηση των Αγριων Πουλιών (79/409/ΕΟΚ). Έχει επίσης καταχωρηθεί στα είδη που κινδυνεύουν με εξαφάνιση στο Ευρωπαϊκό και στο Ελληνικό Κόκκινο Βιβλίο Απειλούμενων Σπονδυλοζώων. Βασική αιτία της μείωσης των πληθυσμών του αποτελεί η έλλειψη τροφής που οφείλεται στην εγκατάλειψη της νομαδικής κτηνοτροφίας. Επιπλέον η φόνευση με σκοπό την ταρίχευση ή απλά την σκοποβολή αποτελεί σοβαρότατο πρόβλημα, καθώς για ένα είδος με τόσο αργό αναπαραγωγικό ρυθμό (ένας νεοσσός κάθε ένα –δύο χρόνια) και τόσο παρατεταμένη αναπαραγωγική περίοδο (οκτώ μήνες), είναι αδύνατο να αναπληρωθούν οι απώλειες που οφείλονται σε ανθρωπογενή αίτια. Σημαντικότατο κίνδυνο για την επιβίωση του είδους στην Κρήτη αποτελεί και η όχληση, καθώς λίγα είναι πια τα μέρη στην Κρήτη που έχουν απομείνει απρόσιτα, αφού την τελευταία δεκαετία και οι πιο απομονωμένες περιοχές έγιναν προσπελάσιμες εξαιτίας των πολλών δρόμων.
Όρνιο (Gyps fulvus)
Αλλες κοινές ονομασίες: Καναβός, Σκάρα, Γύπας, Θράσα
Μεγάλο και βαρύ αρπακτικό με άνοιγμα φτερούγων 260 εκ και μήκος σώματος 97-104 εκ. Όταν κουρνιάζει διακρίνεται χαρακτηριστικά το γυμνό από φτερά κεφάλι του με το κολάρο από λογχοειδή κοντά φτερά στη βάση του λαιμού. Τα φτερά του κολάρου είναι αυτά από τα οποία διακρίνεται κυρίως αν το πουλί είναι ενήλικο (με άσπρα κοντά φτερά) ή νεαρό (με καφέ μακριά φτερά). Υπάρχουν όμως κι άλλες διαφορές ανάμεσα στις ηλικίες. Το ενήλικο έχει ασπρογκρίζο κεφάλι και λαιμό, καφέ ως ασπρογκρίζο φτέρωμα, άσπρο-κίτρινο ράμφος, καφέ-κιτρίνη ίριδα. Το νεαρό πουλί έχει λευκό κεφάλι και λαιμό, κανελί φτέρωμα, μακρύτερα δάχτυλα στις άκρες των φτερούγων, μολυβί ράμφος, και καφέ ίριδα.
Κατά την πτήση του, το Όρνιο διακρίνεται κυρίως από την κοντή ουρά και τις φαρδιές φτερούγες του. Συνήθως τα Όρνια γυροπετούν σε μεγάλους, αργούς κύκλους, εκμεταλλευόμενα τα θερμά ανοδικά ρεύματα αέρα, ώστε να κερδίσουν ύψος και κατόπιν πλανάρουν με ακίνητες φτερούγες (παθητική πτήση) διασχίζοντας έτσι μεγάλες αποστάσεις.
Το Όρνιο τρέφεται με ψοφίμια κτηνοτροφικών ζώων μεσαίου ή μεγάλου μεγέθους. Προτιμά κυρίως τα μαλακά μέρη των νεκρών ζώων, δείχνοντας ιδιαίτερη προτίμηση στα εντόσθια.
Η οξεία του όραση, οι πτητικές του συνήθειες και κυρίως η αγελαία του συμπεριφορά το βοηθούν να εντοπίζει τα πτώματα πριν τη σήψη, γεγονός ιδιαίτερα ωφέλιμο σε θερμά κλίματα όπου τα νεκρά ζώα αποτελούν εστίες μόλυνσης. Μία ομάδα από 60-80 Όρνια μπορεί να καταναλώσει ένα κουφάρι προβάτου μέσα σε πέντε με 10 λεπτά ή ένα μεγάλο οπληφόρο (αγελάδα, άλογο κλπ.) σε τρεις με τέσσερις ώρες. O χώρος αναζήτησης τροφής εκτείνεται συνήθως σε ακτίνα 30-40 χλμ, αλλά μπορεί να φθάσει και μέχρι τα 200-300 χλμ.
Σημαντικότερη απειλή για το Όρνιο θεωρείται η εγκατάλειψη της νομαδικής κτηνοτροφίας αφού αυτό σημαίνει ότι μειώθηκαν και τα πτώματα των αιγοπροβάτων που αποτελούσαν τροφή του είδους. Αλλες απειλές για το Όρνιο είναι το παράνομο κυνήγι και η χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων.
Χρυσαετός (Aquila Chrysaetos)
Αλλες κοινές ονομασίες: Βιτσίλα, Πνιγαρά
Πρόκειται για το πλέον ισχυρό αρπακτικό της Ελλάδας, με άνοιγμα φτερούγων 185-220 εκ και μήκος σώματος 75-90 εκ. Όταν πετά διακρίνεται ο χρυσοκίτρινος λαιμός και η μακριά ουρά του. Το ενήλικο πουλί έχει χαρακτηριστικό χρυσαφί κεφάλι και αυχένα, το σώμα και οι φτερούγες του είναι ομοιόμορφα σκούρες από κάτω, ενώ από πάνω οι φτερούγες είναι πιο ανοιχτόχρωμες. Στην ουρά υπάρχουν επίσης ανοιχτόχρωμες ταινίες. Κατά τη νεαρή ηλικία ο Χρυσαετός έχει μαύρο κεφάλι και αυχένα, σκούρο σώμα με λευκές κηλίδες στις φτερούγες (στα δευτερεύοντα) και λευκή ζώνη στην ουρά. Κατά την παρατήρηση στο πεδίο αυτές οι λευκές κηλίδες στις φτερούγες και η λευκή ζώνη της ουράς διακρίνονται εύκολα. Σταδιακά καθώς ο νεαρός Χρυσαετός ενηλικιώνεται οι λευκές περιοχές σκουραίνουν.
Ο Χρυσαετός γυροπετά επίσης όπως το Όρνιο, αλλά διαγράφει μικρότερους κύκλους γρηγορότερα από ότι το Όρνιο, ενώ οι φτερούγες του όταν παρατηρείται από μπροστά έχουν σχήμα V. Για το μέγεθός του είναι ιδιαίτερα ευκίνητο αρπακτικό, ικανό να εφορμά προς το έδαφος με μεγάλη ταχύτητα. Συνήθως κυνηγά σε ζευγάρια. Χαρακτηριστικές είναι οι πτήσεις των Χρυσαετών την προ-αναπαραγωγική περίοδο όταν διαφημίζουν τα όρια της επικράτειας τους. Τα πουλιά παίρνουν μεγάλο ύψος και στη συνέχεια βυθίζονται με μαζεμένες τις φτερούγες.
Η δίαιτα ενός Χρυσαετού αποτελείται από πουλιά και θηλαστικά μεσαίου μεγέθους, όπως φάσες, αγριοπερίστερα, καλιακούδες, πέρδικες, λαγούς, ακόμα και χελώνες που αναζητά σε βουνοπλαγιές, στα ξέφωτα του δάσους και σε ανοικτές εκτάσεις. Όταν δεν μπορεί να βρει ζωντανή άγρια τροφή, τρέφεται με μικρά αιγοπρόβατα αλλά και με νεκρά ζώα.
Οι περιορισμένες ζημιές που προκαλούν οι Χρυσαετοί στα κοπάδια κάνει τους βοσκούς να τους αντιμετωπίζουν σαν απειλή, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που κάποιοι τους αντιμετωπίζουν ως κινούμενους στόχους. Σημαντική αιτία θανάτου αποτελούν και οι δευτερογενείς δηλητηριάσεις, καθώς οι Χρυσαετοί μερικές φορές καταναλώνουν νεκρά ζώα, άγρια σκυλιά, κουνάβια, κοράκια και λύκους, που δηλητηριάζονται από τον άνθρωπο γιατί θεωρούνται επιβλαβή. Εκτός από τα δολώματα και από το παράνομο κυνήγι, οι Χρυσαετοί κινδυνεύουν και από τη μείωση της λείας τους λόγω εντατικοποίησης της γεωργίας και εγκατάλειψης της ορεινής κτηνοτροφίας.
Σπιζαετός (Hieraaetus fasciatus)
Αλλες κοινές ονομασίες: Φιλάδελφος, Στόρι, Σκαροβιτσίλα
Aν και μέτριου μεγέθους, ο αετός αυτός με άνοιγμα φτερούγων 145-165 εκ και μήκος του σώματος 55-60 εκ, είναι εξαιρετικά ισχυρός και μαχητικός. Το ενήλικο φαίνεται από επάνω μαύρο με λευκή πλάτη (λευκό V ανάμεσα στις φτερούγες), ενώ από κάτω έχει μαύρο σώμα και λευκό στήθος με κάθετες ραβδώσεις. Στην άκρη της ουράς διακρίνεται μια μαύρη ταινία. Το νεαρό άτομο διαφέρει επειδή στη ράχη έχει
καφέ-υπόλευκο χρώμα και από κάτω κανελί στήθος με ραβδώσεις. Η ουρά είναι και αυτή καφέ με ελαφρές γραμμώσεις.
Ο Σπιζαετός διακρίνεται για την ταχύτητά του κατά την πτήση και συνηθίζει να κυνηγά σε ζευγάρια.
Ο Σπιζαετός τρέφεται με μεσαίου μεγέθους πτηνά όπως φάσες, αγριοπερίστερα, πέρδικες καθώς και μικρά θηλαστικά, όπως νυφίτσες, ποντίκια και σπανιότερα με ερπετά.
Η όχληση στις περιοχές αναπαραγωγής από δραστηριότητες όπως διάνοιξη και χρήση δασικών δρόμων, υλοτομία κλπ αποτελούν τους κυριότερους κινδύνους για τη διατήρηση του Σπιζαετού. Οι μονοκαλλιέργειες και η εκτεταμένη χρήση γεωργικών φαρμάκων, αλλά και η υπερθήρευση έχουν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των πληθυσμών που αποτελούν λεία για το Σπιζαετό ενώ απειλείται επίσης κι από τη λαθροθηρία.
Πετρίτης (Falco peregrinus)
Αλλη κοινή ονομασία: Φάλκονας
Είναι από τα ταχύτερα είδη πουλιών στον κόσμο και το πλέον ισχυρό είδος γερακιού της Ελλάδας, με άνοιγμα φτερούγων 90-115 εκ και μήκος σώματος 35-50 εκ. Όταν κουρνιάζει διακρίνεται από τη μαύρη λωρίδα στο πλάι του κεφαλιού (σαν φαβορίτα ή μουστάκι), ενώ κατά την πτήση ξεχωρίζει από τις μυτερές φτερούγες και την κοντή ουρά που στενεύει στην άκρη.
Το ενήλικο έχει μπλε-γκρι χρώμα επάνω και οριζόντιες γραμμώσεις στο στήθος. Όλα τα μέρη του σώματός που δεν είναι καλυμμένα με φτερά είναι κίτρινα (πόδια, κήρωμα, μάτια). Η ουρά έχει ομοιόμορφο χρώμα. Κατά τη νεαρή ηλικία ο Πετρίτης έχει σκοτεινό καφέ χρώμα από πάνω και κάθετες ραβδώσεις στο στήθος. Τα ακάλυπτα από φτερά μέρη του σώματος του είναι γκρι, ενώ η ουρά έχει μια ανοιχτόχρωμη ταινία στην άκρη. Ο Πετρίτης πετάει συχνά σε ευθεία γραμμή με ενεργητική πτήση, αποκτώντας μεγάλη ταχύτητα (μπορεί να φθάσει τα 400 χλμ/ώρα).
Τρέφεται κυρίως σε ανοιχτές εκτάσεις κυνηγώντας μικρού ή μεσαίου μεγέθους πτηνά που πιάνει πάντα στον αέρα με την μέθοδο της ενέδρας.
Οι Πετρίτες θεωρούνται δείκτες της υγείας των οικοσυστημάτων, καθώς είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι στα εντομοκτόνα που συσσωρεύουν στο σώμα τους. Η υπερβολική χρήση των εντομοκτόνων (όπως το DDT και το Dieldrin) στο παρελθόν είχε ως αποτέλεσμα τη συρρίκνωση ή ακόμη και την εξαφάνιση τοπικών πληθυσμών. Επιπλέον, οι Πετρίτες απειλούνται από το παράνομο κυνήγι και το παράνομο εμπόριο αυγών και νεοσσών.
Μαυροπετρίτης (Falco eleonorae)
Αλλες κοινές ονομασίες: Βαρβάκι, Κουστογέρακο, Θαλασσογέρακο, Φαλκόνι
Ο Μαυροπετρίτης είναι γεράκι μεσαίου μεγέθους, με άνοιγμα φτερούγων 84-103 εκ και μήκος σώματος 36-40 εκ. Για την Ελλάδα είναι πολύ σημαντικό είδος αφού πολύ μεγάλο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού του Μαυροπετρίτη που φθάνει πιθανώς και 80 τοις εκατό φωλιάζει σε βραχώδη νησιά της χώρας μας.
Όταν κουρνιάζει οι φτερούγες του φαίνονται να προεξέχουν της ουράς. Κατά την πτήση διακρίνονται χαρακτηριστικά οι μυτερές φτερούγες και η μακριά ουρά, ενώ επιδεικνύει εξαίρετη ευελιξία στον αέρα. Η λεπτή, διαπεραστική φωνή του είναι επίσης χαρακτηριστική.
Το ενήλικο απαντάται σε δύο χρωματικές φάσεις: είτε κατάμαυρο, είτε μαύρο από πάνω και καφέ-κόκκινο από κάτω, με ραβδώσεις μόνο στο στήθος. Πριν την ενηλικίωσή του ο Μαυροπετρίτης έχει χρώμα καφέ-μαύρο από πάνω και πολλές καστανές ραβδώσεις από κάτω.
Το είδος αυτό διαχειμάζει σε περιοχές της Ανατολικής Αφρικής (Μαδαγασκάρη κλπ.) και μεταναστεύει την Ανοιξη στην Μεσόγειο για να φωλιάσει ομαδικά. Διακρίνεται για τις έντονα αγελαίες συνήθειες και σπάνια παρατηρείται να κυνηγά μόνο του.
Ο Μαυροπετρίτης τρέφεται με μεγάλα έντομα, κυρίως σκαθάρια, μέχρι τον Αύγουστο, οπότε αρχίζει η φθινοπωρινή μετανάστευση των πουλιών, τα οποία αποτελούν την ιδανική τροφή για τους νεοσσούς.
Οι κυριότερες απειλές που αντιμετωπίζει ο Μαυροπετρίτης είναι η τουριστική αξιοποίηση των μικρών νησίδων με αποτέλεσμα την υποβάθμιση ή την καταστροφή των θέσεων φωλιάσματος και την έντονη όχληση κατά την περίοδο αναπαραγωγής. Παράλληλα, το παράνομο κυνήγι και η συλλογή των αυγών και των νεοσσών του (για κατανάλωση) αποτελεί δυστυχώς ακόμη σοβαρή αιτία μείωσής του σε ορισμένα δορυφορικά νησιά της Κρήτης, ενώ υπάρχουν υποψίες και για δηλητηριάσεις από τα εντομοκτόνα που συγκεντρώνουν οι Μαυροπετρίτες στο σώμα τους μέσω της τροφικής αλυσίδας.