Ο Αρτέμης (Calonectris diomedea) είναι ένα από τα τρία "γνήσια" θαλασσοπούλια της Ελλάδας. Τα άλλα δύο είναι ο Μύχος (Puffinus yelkouan) και ο μικροσκοπικός Πετρίλος (Hydrobates pelagicus).
Όλα ανήκουν στην οικογένεια των Ρινοτρυπόμορφων που χαρακτηρίζονται από τα ανεπτυγμένα ρουθούνια που βρίσκονται σαν δύο μικρά σωληνάκια στη βάση του ράμφους.
Τα πουλιά αυτά είναι αποκλειστικά θαλασσόβια. Τα πόδια τους βρίσκονται πίσω στο σώμα τους για να κολυμπούν καλύτερα με αποτέλεσμα να μην μπορούν να περπατήσουν στη στεριά.
Για αυτό το λόγο βγαίνουν στη στεριά μόνο όταν πρέπει να φωλιάσουν, πάντα σε στοές και σε ασφαλείς νησίδες που τις επισκέπτονται μόνο νύχτα.
Αυτή την εποχή οι αποικίες τους αντηχούν από τις απόκοσμες και - κατά πολλούς - ανατριχιαστικές φωνές τους που απλώνονται στο σκοτάδι.
Η θέα ενός Αρτέμη να σέρνεται προσπαθώντας να μπει στη στοά του, δείχνει μάλλον θλιβερή. Όταν όμως ανοίξει τα φτερά του για το πέλαγος, μεταμορφώνεται στον απόλυτο κυρίαρχο των θαλασσών.
Το πέταγμα του Αρτέμη θυμίζει πολύ αυτό των άλμπατρος των ωκεανών του Νότου με τα οποία άλλωστε συγγενεύει (αντίθετα, δεν έχει καμία σχέση με τους γλάρους). Πετάει χρησιμοποιώντας τον άνεμο και μπορεί να καλύπτει τεράστιες αποστάσεις χωρίς να κουράζεται, ψάχνοντας για πελαγίσια ψάρια και καλαμάρια.
Όταν επικρατεί άπνοια πετάει με πολύ δυσκολία - συνήθως κάθεται στο νερό περιμένοντας να φυσήξει. Νιώθει πραγματικά άνετα μόνο όταν ο άνεμος ξεπεράσει τα πέντε μποφώρ.
Ο Αρτέμης γεννά ένα αυγό στις αρχές του καλοκαιριού και το μικρό πετά τον Οκτώβριο. Από εκείνη τη στιγμή θα περάσουν χρόνια ολόκληρα προτού ξαναπατήσει στη στεριά, αφού ενηλικιώνεται μετά την ηλικία των πέντε ετών.
Η Ελλάδα φιλοξενεί ίσως περισσότερα από 5000 ζευγάρια του είδους σε διάφορες αποικίες. Δυστυχώς πολλοί πνίγονται κάθε χρόνο πιασμένοι στα παραγάδια, ενώ απαραίτητη προϋπόθεση για την προστασία τους είναι η διατήρηση των ακατοίκητων μικρών νησίδων.