en
Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, φωτογραφία: Μ.Καλούλη
Επισκόπηση των επιπτώσεων στην αλιεία από τον Κορμοράνο Phalacrocorax carbo, σε ελληνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο : Συμπεράσματα Συνάντησης Εργασίας, Πύλος, 13 & 14 Δεκεμβρίου 1998
90 Πανελλήνιο Συνέδριο Ιχθυολόγων Υπουργείου Γεωργίας, Μεσολόγγι 20-23 Ιανουαρίου 2000
Γκούτνερ Β., Καζαντζίδης Σ., Καρδακάρη Ν., Ναζηρίδης Θ., Παπακωνσταντίνου K., Περγαντής Φ., Χατζηλάκου Δ.. , Bonetti A., Carss D.

ABSTRACT

Bonetti Andrea, Carss D., Goutner V., Kazatzidis S., Kardakari N., Naziridis Th., Papakonstantinou C., Pergantis F., Hatzilakou D.: Review of the effects of Great Cormorant Phalacrocorax carbo on fisheries in Hellenic and European level: Conclusions of workshop, Pylos, 13 & 14 December 1998

The continental subspecies of Great Cormorant Phalacrocorax carbo sinensis, has experienced a mass population increase during the last 20 years totaling over 150, 000 pairs throughout the region in 1995.

Cormorants are generalist fish-eating predators taking advantage of a wide range of aquatic habitats. Their increasing numbers in Europe have lead to a growing number of conflicts between conservationists and commercial fisheries and recreational angling interests. Annual losses as a result of Cormorant predation have been variously estimated at over 4 million E for European fishery yields (1992) and at 163.7 million E (EAA, 1998) for losses of commercial fish in relation to recreational angling.

In 1996, the European Parliament adopted a ‘resolution on the cormorant problem in European fisheries” putting forward a number of measures such as restriction of its reproduction and the temporary exclusion of P. c. sinensis from Annex 1 of the Bird Directive. Thereafter, under the auspices of the Bonn Convention, followed an international meeting of experts to complete an Action Plan for the management of the Great Cormorant in the African-Eurasian region (Copenhagen, 1997). The Action Plan aimed to minimize the conflict by ensuring that best practice is followed in preventing or reducing the reported impacts of the species on fisheries, while maintaining a favourable conservation status for the species.

In Greece the problem was discussed for the first time on a scientific basis in 1998. Then, in the context of the LIFE-Nature Project “Implementation of Management Plans for Pylos Lagoon and Eurotas Delta, Natura 2000 Sites, Greece,” a workshop was organized aiming at a review of the present situation and resulting in recommendations which are here presented.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο Κορμοράνος Phalacrocorax carbo είναι ένα σχεδόν αποκλειστικά ψαροφάγο είδος πουλιού. Στην Ευρώπη απαντούν δύο υποείδη: Το ατλαντικό υποείδος Phalacrocorax carbo carbo, σχεδόν αποκλειστικά θαλασσόβιο που ζεί κατά μήκος των ακτών της βορειοδυτικής Ευρώπης, και το ηπειρωτικό υποείδος P. c. sinensis, που εξαπλώνεται από την δυτική Βαλτική ανατολικά έως την Κίνα και Ιαπωνία.. Σύμφωνα με πρόσφατες (1995) εκτιμήσεις ο αναπαραγόμενος πληθυσμός του carbo ανέρχεται σε 50000 ζευγάρια., κυρίως στις ακτές της Νορβηγίας, Μεγ. Βρετανίας και βόρειας Γαλλίας. Στην υπόλοιπη Ευρώπη και μέχρι τη δεκαετία του ‘70, ο πληθυσμός του P. c. sinensis θεωρείτο σχετικά χαμηλός, γι’αυτό και είχε συμπεριληφθεί σε διεθνείς Συνθήκες όπως της Βέρνης και Βόννης, και κυρίως στην Οδηγία 79/409/ΕΟΚ για την προστασία της άγριας ορνιθοπανίδας. Ωστόσο τα τελευταία είκοσι χρόνια, το υποείδος γνώρισε μία θεαματική πληθυσμιακή αύξηση ξεπερνώντας τα 150000 ζεύγη το 1995. Στις πιθανές αιτίες αυτής της αύξησης περιλαμβάνονται η αύξηση των ιχθυοκαλλιεργειών, η απεριόριστη τροφική διαθεσιμότητα σαν αποτέλεσμα του ευτροφισμού σε μερικές περιοχές, πιθανόν η αυξημένη αναπαραγωγική επιτυχία των ψαριών λόγω της μείωσης των επιπέδων ρύπανσης καθώς και η προστασία των αναπαραγωγικών θέσεων του είδους και η μείωση της καταδίωξής του (Russell et al. 1996).

Ο Κορμοράνος τρέφεται με μια μεγάλη ποικιλία ειδών ψαριών σε ρηχές θάλασσες, σε λίμνες, ποτάμια, εντατικές ή ημι-εντατικές ιχθυοκαλλιέργειες και υδατοκαλλιέργειες. Στην Β. Ευρώπη η εκρηκτική αύξηση και η γεωγραφική επέκταση του είδους έχει προκαλέσει ένα διογκούμενο κύμα αντιδράσεων από επαγγελματίες και ερασιτέχνες αλιείς. Οι διαμαρτυρίες αφορούν ισχυρισμούς για άμεσες απώλειες ιχθυοπληθυσμών οικονομικού ενδιαφέροντος αλλά και για έμμεσες επιπτώσεις όπως τραυματισμοί ή εξάπλωση ασθενειών και παρασίτων στα ψάρια. Οι ετήσιες απώλειες έχουν εκτιμηθεί από διάφορες πηγές της Ε.Ε σε άνω των 4 εκ. ECU για τα αλιεύματα.(1992) και σε 163.7 εκ. E (EAA, 1998) για απώλειες από την ερασιτεχνική αλιεία. Για την αντιμετώπιση του ζητήματος, σε πολλά κράτη μέλη της ΕΕ, ατόνησαν τα προστατευτικά μέτρα για το είδος. Παρέμεινε όμως η ανάγκη για αντιμετώπιση του ζητήματος με συστηματική διαχείριση και σε ευρύτερη κλίμακα. Επιπλέον, η ανεξέλεγκτη καταδίωξη του Κορμοράνου δεν μπορεί να εφαρμοστεί, τόσο από πρακτικής πλευράς όσο και από τους κινδύνους που προκαλεί σε προστατευόμενες περιοχές και σε άλλα, σπάνια είδη πουλιών.

Το 1996, το Ευρωκοινοβούλιο υιοθέτησε ένα «ψήφισμα για το πρόβλημα εξαιτίας των Κορμοράνων στις ιχθυοκαλλιέργειες» που προβλέπει την λήψη ειδικών προσωρινών μέτρων στο πλαίσιο επιστημονικών προγραμμάτων εγκεκριμένων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Στα μέτρα περιλαμβάνονται η παρεμπόδιση της αναπαραγωγής και η προσωρινή εξαίρεση του P. c. sinensis από το Παράρτημα Ι της Οδηγίας 79/409. Με το ίδιο ψήφισμα καλείται το Συμβούλιο να πάρει μέτρα για την αποκατάσταση των ιχθυοαποθεμάτων και να φροντίσει ώστε η κοινή αλιευτική πολιτική να διατηρεί τους ιχθυοπληθυσμούς σε ένα επίπεδο που να μπορεί να συντηρεί τόσο την παραγωγή όσο και τους φυσικούς θηρευτές. Στη συνέχεια, υπό την αιγίδα της Σύμβασης της Βόννης, διοργανώθηκε διεθνής συνάντηση εμπειρογνωμόνων για την εκπόνηση του Σχεδίου Δράσης για την Διαχείριση του Κορμοράνου στην Αφρο-Ευρασιατική περιφέρεια (Κοπεγχάγη 1997). Το Σχέδιο Δράσης στοχεύει στην ελαχιστοποίηση των συγκρούσεων ανάμεσα στους αλιείς και στους Κορμοράνους με εφαρμογή των βέλτιστων πρακτικών για την αποφυγή ή άμβλυνση των επιπτώσεων στα αλιεύματα, ταυτόχρονα με τη διασφάλιση ενός ευνοϊκού καθεστώτος διατήρησης για το είδος. Οι εμπλεκόμενες χώρες πρέπει να πετύχουν τους στόχους αυτούς, μέσω (α) κατάλληλης διαχείρισης συγκεκριμένων περιοχών, (β) διαχείρισης και ελέγχου του είδους σε τοπικό επίπεδο και γ) συντονισμένης διαχείρισης του είδους σε περιφερειακό επίπεδο.

Στην Ελλάδα, μολονότι το πρόβλημα έχει αναφερθεί, δεν έχει εκτιμηθεί ούτε έχει διαμορφωθεί στρατηγική αντιμετώπισης του. Μία πρώτη προσέγγιση επιχειρήθηκε στα πλαίσια του προγράμματος LIFE-Nature “Implementation of Management Plans for Pylos Lagoon and Eurotas Delta, Natura 2000 Sites, Greece,” όπου, με αφορμή το «πρόβλημα» των Κορμοράνων στη λιμνοθάλασσα της Πύλου, διοργανώθηκε συνάντηση εργασίας με σκοπό την επισκόπηση της κατάστασης και τον καθορισμό προτεραιοτήτων για δράση. Τα βασικά συμπεράσματα συνοψίζονται παρακάτω.

Α. ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ

  1. Ο πληθυσμός Κορμοράνου που αναπαράγεται στην Ελλάδα είναι περίπου 3.500 ζεύγη (1998) και εντοπίζεται στη Βόρεια Ελλάδα (από Δέλτα Έβρου μέχρι Πρέσπα). Ο ρυθμός αύξησης του ήταν ταχύς κατά τη δεκαετία του ‘80 και αρχές της δεκαετίας του ‘90, όμως τα τελευταία έτη έχει μειωθεί σημαντικά.. Επιπλέον, στη λίμνη Κερκίνη, όπου και ο μεγαλύτερος πληθυσμός, φαίνεται ότι η αύξηση σχετίζεται με τοπικές ευνοϊκές, για το είδος, συνθήκες (αύξηση διαθεσιμότητας τροφής) και όχι απαραίτητα με τους λόγους που προκάλεσαν την αύξηση των ευρωπαϊκών πληθυσμών του είδους. (Naziridis pers. com.).
  2. Ο Κορμοράνος επίσης απαντά στην Ελλάδα και σαν χειμερινός επισκέπτης σε πολύ μεγαλύτερους αριθμούς. Τα δεδομένα (MWC 1995-99) δείχνουν οτι ο πληθυσμός των Κορμοράνων που διαχειμάζει στην Ελλάδα έχει αυξηθεί.
  3. Η δίαιτα του Κορμοράνου στην Ελλάδα έχει μελετηθεί μόνο κατά την αναπαραγωγική περίοδο σε Κερκίνη και Πρέσπα (Naziridis pers. com.) και Αξιό (Goutner et al., 1997). Από αυτές τις μελέτες προκύπτει ότι τα ψάρια με τα οποία τρέφεται δεν έχουν ιδιαίτερη οικονομική σημασία (π.χ. Σίρκα Alburnus alburnus στην Κερκίνη και Γωβιοί Gobius jozo στον Αξιό) και άρα εκτιμάται, ότι δεν τίθεται θέμα σύγκρουσης με τα συμφέροντα των αλιέων κατ΄αυτή τη περίοδο.
  4. Διαμαρτυρίες από μέρους των αλιέων που αφορούν τους Κορμοράνους εντοπίζονται σε περιορισμένο αριθμό υγροτόπων ενώ σύγκρουση φαίνεται να προκύπτει μόνο εκεί όπου δημιουργείται μεγάλη συγκέντρωση ψαριών με ιδιαίτερη εμπορική αξία (εντατικές ή ημι-εντατικές ιχθυοκαλλιέργειες, θέσεις ιχθυοσυλληπτικών εγκαταστάσεων ή παγίδων).
  5. Μεγάλο μέρος των διαμαρτυριών στη Β. και Κεντρική Ευρώπη προέρχεται από ερασιτέχνες αλιείς σε γλυκά νερά, γεγονός που δεν συμβαίνει στην Ελλάδα.
  6. Οι μέχρι σήμερα απόπειρες αντιμετώπισης του θέματος με θανάτωση των Κορμοράνων δεν ήταν μακροπρόθεσμα αποτελεσματικές. ¶λλοι μη καταστρεπτικοί τρόποι ελέγχου εμφανίζουν ποικίλη αποτελεσματικότητα ή προκαλούν προβλήματα σε άλλα είδη ορνιθοπανίδας.
  7. Η καταβολή αποζημιώσεων έχει χρησιμοποιηθεί περιορισμένα στη Βόρεια Ευρώπη σαν μέτρο αντιμετώπισης του ζητήματος και πάντα συνοδευόμενη με στενή επιστημονική παρακολούθηση.

Β. ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΕΛΛΕΙΨΕΩΝ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Οι ελλείψεις σε βασική γνώση για το ζήτημα των Κορμοράνων στην Ελλάδα αφορούν:

  1. Εκτίμηση του ακριβούς μεγέθους του διαχειμάζοντος και διερχόμενου πληθυσμού των Κορμοράνων και εντοπισμός των θέσεων κουρνιάσματος.
  2. Πληροφορίες και στοιχεία που αφορούν στις μετακινήσεις των πληθυσμών των Κορμοράνων, εντός της χώρας και περιφερειακά.
  3. Γνώση των διατροφικών συνηθειών του Κορμοράνου εκτός αναπαραγωγής.
  4. Γνώση της επίδρασης του είδους τόσο στους πληθυσμούς των ψαριών όσο και στην αλιευτική συγκομιδή.
  5. Διερεύνηση άλλων παραγόντων που πιθανόν επιδρούν στη δυναμική των πληθυσμών των ψαριών (π.χ. ρύπανση, αλλαγή υδρολογικού καθεστώτος, υπεραλίευση, μη συνετή χρήση των υγροτοπικών πόρων).

ΚΥΡΙΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Α. Κύριες κατευθύνσεις της επιστημονικής έρευνας

Α1. Έρευνα για το είδος σε εθνικό επίπεδο:

  1. Εκτίμηση πληθυσμού εκτός αναπαραγωγικής περιόδου.
  2. Καθορισμός προέλευσης και συγγένειας των ελληνικών πληθυσμών.
  3. Καθορισμός της δίαιτας του Κορμοράνου κατά τη διάρκεια του χειμώνα.

Α2. Έρευνα σε επιλεγμένες περιοχές:

Η ανάγκη πιστοποίησης τυχόν επιπτώσεων των Κορμοράνων στην ιχθυοπαραγωγή, όπως και η διερεύνηση των τρόπων αντιμετώπισης, απαιτεί αναλυτική έρευνα σε επιλεγμένες περιοχές είτε σημαντικές για την ιχθυοπαραγωγή ή με ύπαρξη συγκεκριμένων διαμαρτυριών από μέρους των ψαράδων.

Σε μία ή δύο από αυτές τις περιοχές η έρευνα θα πρέπει να περιλάβει τα εξής:

α) Έρευνα για τον Κορμοράνο : α) Εκτίμηση πληθυσμών όλο το έτος β) Λεπτομερής διερεύνηση δίαιτας γ) Μετακινήσεις και σχέση του πληθυσμού με γειτονικές περιοχές.

β) Αλιευτική Ερευνα : α) Δομή της Ιχθυοκοινωνίας β) Δυναμική πληθυσμού των εμπορεύσιμων ειδών ψαριών που αποτελούν λεία των Κορμοράνων γ) Αναγνώριση άλλων περιβαλλοντικών/ανθρωπογενών παραγόντων που επηρεάζουν τους πληθυσμούς των εμπορεύσιμων ειδών ψαριών που αποτελούν και λεία του Κορμοράνου.

Στις άλλες περιοχές πρέπει να εξεταστεί η αποτελεσματικότητα των υπαρχόντων τρόπων αντιμετώπισης του προβλήματος και να διερευνηθούν νέες μέθοδοι που να ταιριάζουν στις ελληνικές συνθήκες.

Β. Τρόποι αντιμετώπισης του ζητήματος.

Β1.Παθητική προστασία εγκαταστάσεων:

-.Τοποθέτηση ειδικών διχτυών μέσα στους ιχθυοκλωβούς/ κάλυψη με σύρμα, ταινία/ Ειδικές μετατροπές στις ιχθυοσυλληπτικές παγίδες και εγκαταστάσεις.

Β2. Ενεργητική προστασία εγκαταστάσεων:

-Ηχητική ενόχληση και οπτική ενόχληση/ φυσικά ή τεχνητά μέσα ως καταφύγια των ψαριών/τοποθέτηση ειδικών κάθετων αντιθηρευτικών διχτυών.

Β3. Τροποποίηση μεθόδων διαχείρισης των ψαριών:

  • Προσαρμογή μεθόδων εμπλουτισμού (π.χ. εποχή, αρχικό μέγεθος ψαριών).
  • Προσαρμογή στο χρόνο εφαρμογής των αλιευτικών μεθόδων.
  • Προσφορά εναλλακτικών πηγών τροφής με χαμηλή εμπορική αξία.

Γ. Αλλα σημαντικά ζητήματα.

  • Η χρήση ερωτηματολογίου για την πιστοποίηση του ζητήματος έχει εφαρμοστεί ευρέως. Μπορεί να δοκιμαστεί και στην Ελλάδα με προσοχή ώστε να μην προκαλέσει την ανάσυρση προβλήματος εκεί όπου δεν είχε προηγουμένως απασχολήσει τους αλιείς. Μπορεί να ζητηθεί από τους αλιείς να αναφέρουν κατά σειρά προτεραιότητας τις αιτίες που κατά τη γνώμη τους υποβαθμίζουν το εισόδημά τους.
  • Η χρηματοδότηση επιστημονικής έρευνας, τουλάχιστον στις επιλεγμένες περιοχές, κρίνεται απαραίτητη και επιπλέον θα βοηθήσει στην εξοικονόμηση σημαντικών κεφαλαίων στις περιπτώσεις όπου προκύψουν πιεστικά προβλήματα με το είδος.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Goutner V., Papakostas G., Oikonomidis P. S. (1997) Diet and Growth of Great Cormorant (Phalacrocorax carbo) Nestlings in a Mediterranean Estuarine Environment (Axios Delta, Greece), Irael Journal of Joology, Vol. 43, pp. 133-148
  2. ΕΑΑ (1998) Situation of the cormorants in Europe. European Alliance of Anglers, Amersfoot, the Netherlands.
  3. MWC (1995-1999) “Μεσοχειμωνιάτικες Καταμετρήσεις Υδροβίων”, Wetlands International, Υπουργείο Γεωργίας, Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, Ελληνική Εταιρεία Προστασίας της Φύσης.
  4. Russell I.C. , Dare P.J., Eaton D.R. and Armstrong D. (1996) Assessment of the problem of fish-eating birds in inland fisheries in England and Wales-Summary Report, Directorate of Fisheries Research, Fisheries Laboratory, Lowestoff, England.
Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία
Copyright © 2024 Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία
Θεμιστοκλέους 80, 10681, Αθήνα,
Τηλ/Fax: 210 8228704, 210 8227937,
e-mail: info@ornithologiki.gr
Κομνηνών 23, 54624, Θεσσαλονίκη, Τηλ/Fax. 2310 244245,
e-mail: thess@ornithologiki.gr